“Σε όνειρο είδα το Χρυσαφένιο Δάσος που κρύβει τα Αινίγματα του Κόσμου,
Και περιπλανήθηκα σ’ ένα Κρυφό Μονοπάτι,
Που στην Πύλη του συχνά με είχαν οδηγήσει οι σκιερές παρουσίες κάποιων άγνωστων.
Παράξενα οράματα είδα ενώ στεκόμουν μόνος,
Σαν απαλή φλόγα στην αγκαλιά της πέτρας
Και γέλια άκουσα και μουσική γλυκιά,
Αυτά, με οδήγησαν κι εγώ δεν ξέρω που,
Γιατί είχα ξεστρατίσει από το Μονοπάτι.
Το Κάλεσμα μιας άγνωστης φωνής έφτασε σε μένα από τα σκιερά δέντρα,
Η φωνή ενός άγνωστου κι όμως τόσο γνώριμη,
Κι έτρεξα μέσα από το γρασίδι και την απαλή δροσιά,
Μόνο για να συναντήσω αυτή τη Φωνή.»
-Amalthia of the Children of the Twilight- (σε ελεύθερη απόδοση από την αρθρογράφο)
Και ποιος δεν έχει ακούσει αυτή τη Φωνή… αντηχεί στη μυστικιστική επιβλητικότητα των δασών και στο μητρικό μουρμούρισμα της θάλασσας. Σε βρίσκει τις ώρες που το Φως παλεύει με το Σκοτάδι, το δειλινό και το λυκόφως. Σε βρίσκει καθώς αγναντεύεις εκείνη τη μενεξεδένια γραμμή στον ορίζοντα που γεμίζει την καρδιά με μια απροσδιόριστη μελαγχολία κι είναι η ψυχή σου που σε παροτρύνει ν’ ακούσεις. Ν’ ακούσεις τις ασημένιες σάλπιγγες της Αυλής των Ξωτικών που σε καλούν να επιστρέψεις σ’ έναν κόσμο που κάποτε γνώρισες στη γέννηση του…
Τα Παιδιά της Danu
Πριν από χιλιάδες χρόνια όταν τα κοσμικά νερά της Danu έπαψαν τη ροή τους και η Γη πήρε την μορφή που ξέρουμε σήμερα δυο βελανίδια από το Μεγάλο Δέντρο έφεραν στο φως τον Dagda «Τον Αγαθό» και την Brigit «Την Δοξασμένη» κι αυτοί με τη σειρά τους έδωσαν σχήμα και πνεύμα σε άλλους γιατί αυτή ήταν η αποστολή τους. Και τα Παιδιά της Danu πλήθαιναν και τα δικά τους παιδιά γνώριζαν τον κόσμο και όλοι χαίρονταν τα δώρα που τους προσέφερε η ευλογία Της. Τέσσερις μεγάλες πόλεις χτίστηκαν στις εκβολές του ποταμού Danuvius που έρεε αέναα φέρνοντας την αιώνια υπόσχεση της ευφορίας. Τα ονόματα τους ήταν Falias, Gοrias, Filias και Murias. Οι γνώσεις και η σοφία των Παιδιών της Danu εξελίσσονταν. Η Brigit τους δίδαξε την ποίηση, τη θεραπεία και τη μεταλλοτεχνία Τους έδειξε πώς να κατασκευάζουν όπλα και να δίνουν ανάσα και όνειρο στο χρυσό και στο ασήμι. Κοντά της και ο Dagda o Αγαθός, ο Πατέρας της Αφθονίας.
Κάθε μια από τις λαμπρές πόλεις τους είχε στην κατοχή της ένα μαγικό αντικείμενο. Στη Falias φυλούσαν την Ιερή Πέτρα του Πεπρωμένου, την Lia Fail. Ο θρύλος λέει πως όταν πάνω στη πέτρα αυτή στεκόταν κάποιος δίκαιος ηγέτης τότε εκείνη φώναζε από χαρά. Στην Gorias όπου βασίλευε ο Ευγενής Urias υπήρχε το μαγικό σπαθί ο «Εκδικητής» που είχε σφυρηλατηθεί ακόμα και πριν τον ερχομό των ίδιων των θεών, στην Finias είχαν μια μαγική λόγχη το «Κόκκινο Δόρυ» το οποίο έβρισκε σίγουρα τον στόχο του όταν αυτός που το χειριζόταν το πετούσε και στην Murias φυλούσαν τη «Χύτρα της Αφθονίας» με την οποία ο Dagda μπορούσε να ταίσει ολόκληρα έθνη χωρίς εκείνη να αδειάσει.
Έτσι έζησαν για πολλούς αιώνες οι Tuatha de Danann μέχρι που έφτασε η μέρα να εγκαταλείψουν τη Χρυσαφένια Γη της Ευδαιμονίας και να αναζητήσουν το Inis Fail το Νησί του Πεπρωμένου, την Eire.
Το Lebor Gabala Erenn ή αλλιώς το Βιβλίο των Εισβολών εμπεριέχει τις αρχαιότερες γνωστές καταγραφές του παρελθόντος της Ιρλανδίας. Εκεί λοιπόν αναφέρεται πως οι Tuatha de Danann, τα Τέκνα της Danu έφτασαν στην Ιρλανδία πάνω σε μαύρα σύννεφα, προσγειώθηκαν στα βουνά Conmaicne Rein στο Connachta κι ο ήλιος σκοτείνιασε για τρεις μέρες και τρεις νύχτες . Μα δεν ήταν οι πρώτοι που αντίκριζαν αυτή τη γη. Πριν την έλευση τους λέγεται πως ζούσε εκεί μια μυστηριώδης φυλή ανθρώπων οι Fir Bolg που όπως υποστηρίζουν οι σύγχρονοι ιστορικοί και ανθρωπολόγοι πιθανότατα να έφτασαν στην Ιρλανδία από την Ισπανία. Οι Tuatha de με αρχηγό τους τον Nuada τους πολέμησαν στο Πέρασμα του Balgatan και η μάχη διήρκησε τέσσερις μέρες. Επειδή όμως υπήρχαν μεγάλες απώλειες και τίποτα δεν έδειχνε πως o πόλεμος θα καθόριζε νικητή αφού οι αντίπαλοι ήταν εξίσου δυνατοί , ένας από τους ικανότερους πολεμιστές των Fir Bolg ο Sreng κάλεσε σε μονομαχία τον Nuada. Πριν αυτός καταφέρει το θανάσιμο πλήγμα στον αντίπαλο του ο Sreng του έκοψε το δεξί χέρι από τον ώμο το οποίο ο Dian Cecht ,ο θεός της όλων των θεραπευτών, αντικατέστησε με ένα ασημένιο κι έκτοτε ο Nuada έγινε γνωστός ως Argetlahm δηλαδή ο Ασημοχέρης. Εντέλει όμως οι Fir Bolg νικήθηκαν και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Γη του Πεπρωμένου. Παρόλαυτα λόγω της αναπηρίας του ο Nuada κρίθηκε ακατάλληλος για τη θέση του αρχηγού κι έπειτα από λίγο καιρό ανακυρήχθηκε ως νέος ηγέτης των Tuatha de Danaan ο Bres, ένας πολεμιστής των Fomorii, του Λαού των Κυμάτων που ζούσαν σ’ εκείνα τα μέρη από τη γέννηση της Μεγάλης Θάλασσας. Οι Fomorii όμως ήταν τα παιδιά της θεάς της απάτης και του μίσους της Domnu της Μαύρης, της υποχθόνιας αδερφικής θεότητας της Danu.
Έτσι λοιπόν και ο Bres , φρόντισε στα εφτά χρόνια που ακολούθησαν να επιβεβαιώσει τη σκοτεινή καταγωγή του καταδυναστεύοντας και αδικώντας μέσω της ηγεσίας τους Tuatha de. Μέχρι που κάποια στιγμή και μην υπομένοντας άλλο την καταπιεστική εξουσία του οι τελευταίοι αποφάσισαν να πολεμήσουν τα σατανικά Παιδιά της Domnu, τα παιδιά του κακού. Αρχηγός τους ήταν και πάλι ο Nuada του οποίου το ασημένιο χέρι αντικαταστάθηκε και πάλι από ένα σάρκινο. Οι δυο στρατοί συγκρούστηκαν στο Mach Tuireth, το «Πεδίο των Πύργων» τη βραδιά του χειμερινού ηλιοστασίου, στις 31 Οκτωβρίου. Τα Παιδιά της Danu είχαν μαζί τους τα μαγικά όπλα από τη γενέτειρα χώρα τους, το «Κόκκινο Δόρυ» που αργότερα χρησιμοποίησε ο γιος του Nuada, Lugh, ο θεός του φωτός για να κατατροπώσει τον καταχθόνιο Balor που παρότι μονόφθαλμος είχε την ικανότητα με μια μόνο ματιά να στείλει στο θάνατο ενενήντα γερούς άντρες και τον «Εκδικητή» που χειριζόταν ο ίδιος ο Nuada. Η μάχη του Moytura όπως είναι γνωστή, ήταν τόσο σκληρή που η πεδιάδα πλημμύρησε με αίμα και τα νερά του Unius του ποταμού που τη διέσχιζε σταμάτησαν να κυλούν, τόσα πολλά ήταν τα πτώματα μέσα τους. Μια παραλλαγή αυτής της μυθολογικής προσέγγισης υποστηρίζει ότι στη μάχη συμμετείχε και ο Dagda που αναφέρθηκε λίγο παραπάνω ως ο Πατέρας όλων των θεών. Κλήθηκε λοιπόν κάποια στιγμή ν’ αντιμετωπίσει μια δοκιμασία στην οποία τον υπέβαλαν κάποιοι πολεμιστές των Fomorii. Σίγουροι ότι επρόκειτο να αποτύχει, γέμισαν μια τεράστια τάφρο με χυλό και ψητό κρέας και τον πρόσταξαν να τα φάει όλα με τίμημα σε περίπτωση αποτυχίας την ίδια τη ζωή του. Ο Dagda όχι μόνο έφαγε τα πάντα αλλά λέγεται πως έγλυψε και το ξύγκι που είχε μείνει πάνω στα δάχτυλα του. Χάρη λοιπόν στις ικανότητες των πολεμιστών τους και το νερό μιας μυστηριώδους πηγής που είχε την ιδιότητα να θεραπεύει κάθε τραύμα και να επαναφέρει στη ζωή τους νεκρούς οι Tuatha de Danaan νίκησαν τα παιδιά του Σκότους κι ανάγκασαν τους Fomori να επιστρέψουν στην υδάτινη άβυσσο του βασιλείου τους. Μα το κοράκι της Domnu διέσχισε το πεδίο της μάχης, στάθηκε μπροστά στο στρατόπεδο των νικητών κι έκρωξε τη δυσοίωνη προφητεία της κυράς του. Οι Tuatha de Danaan έμελε να νικηθούν, να χάσουν τη δύναμη τους και να λησμονηθούν από θνητούς και αθάνατους τα χρόνια που θ’ ακολουθούσαν. Δεν πέρασε πολύς καιρός, όταν οι Γιοι του Mil έφτασαν στην Ιρλανδία από κάποια βορινή χώρα και νίκησαν τους Tuatha de. Μα πριν τους εξορίσουν έκαναν μια συμφωνία. Οι Γιοι του Mil θα κρατούσαν τον υπέργειο κόσμο και οι Tuatha de τον υπόγειο. Κι έτσι τα Τέκνα της Danu κρύφτηκαν στο βασίλειο κάτω από τους λόφους και όρισαν τις πύλες του με ένα σύμβολο…
Πέρασμα στα βασίλεια του Φωτός
Σε ένα άλλο αρχαίο βιβλίο των Κελτών, το Dinnsvhencha μπορούμε να συναντήσουμε την πρώτη προσπάθεια για την καταγραφή μιας μυθολογικής γεωγραφίας της Ιρλανδίας. Σύμφωνα με την παράδοση σηματοδοτεί την μαγική γεωγραφία της χώρας και τα σημεία, τις Πύλες με τις οποίες ο κόσμος των ανθρώπων επικοινωνεί το βασίλειο των ξωτικών. Ένα υπόγειο βασίλειο όπου κατοικούν οι αλλοτινοί άρχοντες του Eire, οι Tuatha de Danaan. Στο βιβλίο αυτό αναφέρεται επίσης η ύπαρξη ενός μαγικού συμβόλου το οποίο όταν χρησιμοποιούταν τοπικά, σηματοδοτούσε την ύπαρξη κάποιας από αυτές τις Πύλες. Είναι το Ιερογλυφικό των Sidhe, δηλαδή Αυτών που κατοικούν κάτω από τους Λόφους. Οι σπείρες του συμβολίζουν το πέρασμα προς την αιώνια λαμπρότητα του Αλλόκοσμου και τα Πέντε Βασίλεια των Ξωτικών που συνυπάρχουν μέσα στην απεραντοσύνη της επικράτειας Του.
Βόρεια από τη πόλη Sligo στην Ιρλανδία, κοντά στη νότια πλευρά του Ben Bulben υπάρχει μια μικρή, τετράγωνη πέτρα από ασβεστόλιθο που φέρει αυτό το παράξενο σύμβολο. Οι κάτοικοι της περιοχής λένε πως κανένα ανθρώπινο χέρι δεν την έχει αγγίξει και πως ούτε καν τα ζώα δεν την πλησιάζουν. Λένε πως εκεί βρίσκεται η Πύλη για των Κόσμο των Gentry, των Αρχόντων ή Καλών Γειτόνων όπως αποκαλούν τα Ξωτικά.
Σε μια άλλη τοποθεσία, στο δάσος του Cottingley όπου υπάρχει μια παρόμοια σημαδεμένη πέτρα βρέθηκε πριν από αρκετά χρόνια, σε μια προσπάθεια του να εξιχνιάσει τα γοητευτικά μυστήρια της κέλτικης παράδοσης ο συγγραφέας και έσωτεριστης John Mathews. Στο βιβλίο του “The Great Glyph of the Sidhe: Wisdom of the Celtic Otherworld” ο Mathews ισχυρίζεται ότι ενώ βρισκόταν στη συγκεκριμένη τοποθεσία είχε τη σπανιότατη ευκαιρία να έρθει σε επαφή με ένα πλάσμα του Ξωτικόκοσμου, το οποίο συμφώνα με όσα καταγράφονται στο προαναφερθέν βιβλίο του είπε τα εξής: «Είναι σίγουρα αλήθεια ότι τα είδη μας έχουν συνυπάρξει για ένα πολύ μεγάλο διάστημα. Αυτό έχει συμβεί εν μέρει γιατί και τα δυο είδη μας υπόκεινται στο ίδιο είδος νόμων που επιτρέπουν αυτή την επαφή και αλληλεπίδραση. Γνωρίζουμε κι εμείς την γοητευτική επιρροή του έρωτα και το είδος σας μας έχει έλξει αρκετές φορές. Είναι απαραίτητα να μάθουμε να αγαπούμε ανιδιοτελώς και ολοκληρωτικά, τόσο ως άτομα όσο και ως είδος γι’ αυτό περνάμε συχνά στον κόσμο σας.
Κάποιες στιγμές μέσα στην κοινή ιστορία μας ως είδη, υπήρξαν εκείνοι που επέλεξαν να αφήσουν την υπαρξιακή μας κατάσταση και να ζήσουν μαζί σας. Όσοι το έπραξαν αυτό, γεύτηκαν και το δώρο της θνητότητας. Κατά τον ίδιο τρόπο κάποιοι από το είδος σας επέλεξαν να ζήσουν μαζί μας εγκαταλείποντας τη θνητότητα. Μέσα στους αιώνες αναπτύχθηκε αγάπη ανάμεσα στα είδη μας και το αίμα μας ενώθηκε. Δεν ήμαστε σίγουροι ότι αυτό μπορούσε να γίνει όμως ακόμα και τώρα ανάμεσα σας υπάρχουν απόγονοι που έχουν το αίμα και των δυο φυλών.»
Πολλοί είναι εκείνοι που αμφισβητούν τη συγκεκριμένη μαρτυρία του συγγραφέα. Όμως ακόμη περισσότεροι είναι αυτοί που τονίζουν το πόσο διαφέρει εκφραστικά το συγκεκριμένο έργο του από τα υπόλοιπα κάτι που όπως λένε ίσως οφείλεται σε αυτή την επαφή του με τα Ξωτικά. Οι κάτοικοι του Αλλόκοσμου σίγουρα δεν έχουν ανάγκη την πίστη μας. Εμείς όμως αδιαμφισβήτητα έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε στη μαγική ξεγνοιασιά τους. Ας ζήσουμε τις ζωές μας απλά και παθιασμένα όπως εκείνοι, μας προτρέπει ο Yeats και θα τους συναντήσουμε ένα δειλινό όταν τα πέπλα των Κόσμων υποχωρήσουν…
Πηγές
- The Celtic Twilight-Fairie and Folklore / W.B. Yeats
- The Mammoth Book of Celtic Myths and Legends/ Peter Berresford Ellis
- The Secret Commonwealth of Fairies, Fauns and Elves/ Robert Kirk
- The Great Glyph of the Sidhe: Wisdom of the Celtic Otherworld